Παρασκευή 11 Απριλίου 2014

~Κόκκινο Βαθύ~ Διήγημα μικρού μήκους





..η πόλη, αυτή η πόλη που ήταν τόσο άδεια και η βροχή...έπεφτε με δύναμη στο παράθυρο και τον ταξίδευε πίσω στο χρόνο.

Σκόρπιες εικόνες και αναμνήσεις άλλες όμορφες και άλλες άσχημες. Τα μαλλιά της, τα μάτια της..
.το χαμόγελο της. Όχι δεν ήταν σαν τις άλλες, δεν ήξερε τι ήταν αλλά δεν ήταν σαν τις άλλες. Όυτε έρωτας ήταν. Ήταν κάτι παραπάνω και από αυτό. Κάτι περισσότερο από απλός έρωτας. Δεν είχε βρεθεί ακόμη η λέξη που θα μπορούσε να περιγράψει αυτά που ένιωθε και ίσως ποτέ να μην βρεθεί, σε κανένα λεξικό και σε καμιά γλώσσα.
Αυτή η γυναίκα τον σημάδεψε, τον άλλαξε μια και καλή.....

Μάρτης ήταν. Ήρθε και αυτή μαζί με τις τελευταίες βροχές του φθινοπώρου,για να ξεπλύνει την ασχήμια της ψυχής του. Μόλις είδε τα μάτια της ήξερε πως γιαυτά θα υποφέρει αλλά ο πόνος θα ναι γλυκός, αλλιώτικος. 

Ιάσωνα. Έτσι τον έλεγαν. Δεν έχει σημασία που πως και πότε αλλά μόλις την είδε άρχισε να τρέμει και να χάνει τα λόγια του.
Ναι σαν τα παιδιά, γιατί η αγάπη έτσι σε κάνει...παιδί. Μαίρη. Έτσι την έλεγαν. Του μιλούσε και τον κοιτούσε κατάματα 
σαν να ήθελαν να πουν άλλα τα μάτια της και άλλα τα λόγια της. Μπέρδεμα. 
Αυτή η ματιά της ήταν διαφορετική και αν και ολόκληρος άντρας,όταν του μιλούσε και τον κοιτούσε αυτός ήθελε να ανοίξει η γη και να τον καταπιεί. Ντρεπόταν ακόμη και να της μιλήσει. Θεε μου πόσο αδέξιος είμαι,αυτό συνήθιζε να λέει ύστερα από κάθε τους συνάντηση.
Χανόταν στο βλέμμα της ,δεν πρόσεχε καν τι του έλεγε και τα πόδια  του έτρεμαν κάθε φορά που του έδινε τον λόγο.Βλέπεις φοβόταν ότι πάλι θα τα κάνει θάλασσα και θα πέσει στα μάτια της. Την θαύμαζε καταβάθος...τόσο πολύ που στο τέλος ένιωθε υποδεέστερος μπροστά της και αβοήθητος. Αβοήθητος μπροστά σαυτά τα μαύρα μάτια που τον σκότωναν κάθε φορά που τα αντίκρυζε. Θάνατος αργός και βασανιστικός.

Ποτέ δεν της είπε ότι την αγάπησε.Ποτέ. Ακόμη και όταν την κοίμιζε στα πόδια του και της χάιδευε τα μαλλιά. Μάτι δεν έκλεινε μέχρι να την πάρει ο ύπνος.


Μόνο την κοιτούσε. Την κοιτούσε και χανόταν στο προσωπο της. Στην μαγεία της.Αλλά όχι δεν της το πε...ούτε κατά διάνοια δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα ξεστόμιζε μια τέτοια λέξη, είχε εξάλλου χρόνια να το κάνει και τον φόβιζε...ήξερε πως ίσως και να μην είναι αμοιβαίο. Αυτό τον κρατούσε πίσω όπως πίσω έμεναν και οι σκέψεις του και τα όνειρα του μαζί της.Την έχασε...


Ένα πράγμα ευχόταν από τότε που την είδε τελευταία φορά...να μπει έστω και για ένα λεπτό στο μυαλό της. Να δεί απ΄τα μάτια της,να μάθει ,να ξέρει.Αλλιώς δεν θα ηρεμούσε ποτέ του. Ήθελε να την δει αλλά να μην της μιλήσει,μόνο να την κοιτάξει για λίγο και να φύγει.


6μήνες μετά και αποφάσισε να ανοίξει εκείνο το κρασί...το κρασί που δεν πρόλαβε να πιεί μαζί της ...


Λίγο η βροχή λίγο τα σύννεφα ...η θάλασσα..


Το κατάλληλο κλίμα για σκέψεις ...πολλές σκέψεις...


Το πρωί βρήκε τον Ιάσωνα να κοιμάται στον καναπέ τυλιγμένος σαν κουβάρι και να κρατάει αγκαλιά ένα μαξιλάρι,το κρατούσε τόσο σφιχτά ...όπως κρατούσε  και εκείνη τα βράδυα..λες και κάποιος θα του την έπερνε απ'τα χέρια και θα την έχανε.


Είχε πάει 9μιση όταν ξαφνικά πετάχτηκε απτον καναπέ με μια περιεργη νευρικότητα και έτρεξε στην κουζίνα να φτιάξει καφέ. Νες μέτριο...σαν την μετριότητα που τον περιτριγύριζε

τελευταία. Έφτιαξε τον καφέ και πήρε το ντοσιέ του..ήθελε να γράψει, συνήθιζε να το κάνει παλαιότερα αλλά γιατί σήμερα; Mε το να γράφει σε ένα χαρτί τα συναισθήματα
του, ηρεμούσε..έφτιαχνε μάλιστα μερικές φορές και πλαστές ιστορίες προσπαθώντας να ξεφύγει απτην καθημερινότητα του.Έπιασε λοιπόν το στυλό και ξεκίνησε...


" Σήμερα την είδα στον ύπνο μου..μετά από πολύ καιρό, 4 μήνες και5 μέρες. Δεν το λες και μικρό χρονικό διάστημα.Μάλλον θα έφταιξε το κρασί ,το παράκανα χθες.


Ήταν ένα τόσο περίεργο όνειρο θεε μου σαν να ήθελε  να με βοηθήσει να βγω από το αδιέξοδο στο οποίο ζω αφότου την έχασα και δεν την ξαναείδα. Χθες επιτέλους κατάφερα 


να κάνω αυτό το οποίο ευχόμουν εδώ και μήνες ,να μπω στο μυαλό της. Ήρθε στο όνειρο μου,έκατσε τόσο κοντά μου που ένιωθα την ανάσα της στο στόμα μου...την μύριζα ,ένιωθα σαν


να ήταν στα αλήθεια εκέι . Με κοίταξε στα μάτια και μου είπε με ψιθυριστή φωνή - Θέλεις να μπεις στο μυαλό μου ; Κάντο λοιπόν και άσε με να υποφέρω μόνη,φύγε μακρυά μου 


και συνέχισε να αγαπάς τον εαυτό σου αφού μόνο αυτό ξέρεις να κάνεις καλύτερα από όλα. Αυτά μου είπε και εκείνη την στιγμή την κοίταξα βαθιά μέσα στα μάτια και δια μαγείας κατάφερα


να τρυπώσω στις σκέψεις της. Ήμουν τόσο ενθουσιασμένος που επιτέλους το κατάφερα αλλά συνάμα και φοβισμένος για όσα θα συναντούσα. Οι σκέψεις της ήταν χρωματιστές.


Πολλά 
χρώματα,σαν αμέτρητα ουράνια τόξα κλεισμένα μέσα της. Άρχισα να μπαίνω μέσα σε κάθε χρώμα και να ακούω τις σκέψεις της. Λεφτά, κάρτες, δόση δανείου...συνέχισα δεν το βαλα κάτω.

Φίλοι, ποτά ,γιορτές, το καινούργιο της αμάξι...εγώ προχωρούσα,βλέπεις με έψαχνα,είχα τόση αγωνία. Ψώνια,υποχρεώσεις.......όπα...ορίστε και λίγες ευχάριστες σκέψεις.Καλοκαίρι,ήλιος,θάλασσα.


Κύματα, φρούτα, μυρωδιές καλοκαιρινές...έρωτας...- Είμαι κοντά σκέφτηκα,κάπου εδώ πρέπει να μαι.  Κλάματα πάλι και ο παλιός της έρωτας και παντού κόκκινο..ένα βαθύ κόκκινο γέμιζε ένα μεγάλο κομμάτι 


της σκέψης της αλλά πουθενά εγώ..πουθενα.Συνέχισα,έπρεπε να με βρώ,να μάθω να καταλάβω. Θέλω να ξέρω γαμώτο, Εγώ γιατί δεν είμαι εδώ;


Tίποτα ,άδικος κόπος δεν είμαι στο μυαλό της "



Και μόλις ολοκλήρωσε την τελευταία του σκέψη ,πέταξε το στυλό άρπαξε το χαρτί και το έσκισε πίνωντας μια μεγάλη γουλιά απτον πικρό καφέ του. Τελείωσε σκέφτηκε.


Την πήρα την απάντηση μου. Τελείωσε. Από εκείνη την μέρα δεν την ξανασκέφτηκε,προσπάθησε με νύχια και με δόντια να την πετάξει απτις σκέψεις του ,να την αφήσει στο παρελθόν. Να μην την ψάξει,να μην της πει τίποτε απολύτως για όλα όσα ένιωθε. Ήταν απλός ενθουσιασμός έλεγε και ξανάλεγε στον εαυτό του μέχρι που επιτέλους το πίστεψε.



9 μήνες είχαν περάσει από εκείνο το όνειρο και ένα βράδυ Σαββάτου το κινητό χτύπησε. Ήταν ο Πέτρος..ο φίλος της Μαίρης  και πρώην  συνεργάτης του Ιάσωνα.


το σήκωσε...


- Ναι...πως και μας θυμήθηκες κύριε Πέτρο; Θυμήθηκες ότι ζούμε; χαχαχα...(γέλασε ειρωνικά)


-Ιάσωνα..πως είσαι; (του απάντησε με ένα σοβαρό και κάπως λυπημένο ύφος)


-Καλά είμαι παλιόφιλε,δε σε ξέχασα και ας μην σήκωσα το χέρι να πάρω πρώτος τηλέφωνο..εσύ πως είσαι; δεν μπορώ να πω πως σε ακούω και υπέροχα.


-Δεν είμαι καλά Ιάσωνα, η Μαίρη.. εεε..


- Τι εννοείς η Μαίρη; ( πάγωσε και μόνο που ξαναάκουσε το όνομα της, όχι πάλι σκέφτηκε )


-Ιάσωνα ένιωσα την ανάγκη να σε πάρω,μπορεί να κάνω και λάθος αλλά έτσι ένιωσα, η Μαίρη είχε ένα αυτοκινητιστικό χθες,ήταν κρίσιμα στο νοσοκομείο για ώρες αλλά 


σήμερα μας άφησε,έφυγε Ιάσωνα...ήθελα να το ξέρεις.


Ακολούθησε μία τεράστια πάυση. Ο πέτρος δεν πήρε ποτέ απάντηση. Ο Ιάσωνας τερμάτισε την κλήση και έμεινε αποσβολομένος να κοιτά ΄τον τοίχο. 


'Υστερα από 2μιση ώρες ήταν ακόμη εκέι,καθισμένος στον καναπέ αγκαλιά με το μαξιλάρι, το ίδιο μαξιλάρι που έβαζε κάποτε πάνω στα πόδια του και η Μαίρη ξάπλωνε για να

της χαιδεύει τα μαλλιά μέχρι να την πάρει ο ύπνος και που μετά το μύριζε για ώρες όταν εκείνη έφευγε. Το ίδιο μαξιλάρι που έσφιγγε εκείνο το βράδυ που την είδε στον ύπνο του.


 Τα μάτια του ήταν κατακόκκινα από το κλάμα,μπορεί να ήταν και η πρώτη φορά στη ζωή του που έκλαψε τόσο πολύ. Σαν πληγωμένο παιδί. 


Έφερνε στο μυαλό του την εικόνα της ξανά και ξανά προσπαθώντας να την νιώσει δίπλα του έστω και για λίγο,να την μυρίσει και να την σφίξει στην αγκαλιά του όπως εκείνα τα καλοκαιρινά βράδυα που δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσει. Πόσο σφιχτά την αγκάλιαζε. Δεν την άφηνε όλο το βράδυ.


Ήθελε να νιώθει την καρδιά της επάνω του,σαν να ήταν ένα..την έσφιγγε επάνω του όλο και περισσότερο...ναι ,τότε ήταν δική του αλλά τώρα χάθηκε.


- Χάθηκε...την έχασες ηλίθιε

φώναξε ξαφνικά και σηκώθηκε από τον καναπέ ξεσπώντας σε λιγμούς. Έτρεμε ολόκληρος από τον πόνο που έσκιζε την καρδιά του σε χίλια κομμάτια.

Ήταν ανήμπορος μπροστά στην απουσία της και μπροστά στην δειλία του...στις τύψεις του που ποτέ δεν της είπε πόσο πολύ την αγάπησε και ακόμη την αγαπά. Ήταν τα πάντα γιαυτόν,αυτήν που τον έκανε να νιώσει την αγάπη και τον έρωτα, αυτή που ήταν όσα ποτέ δεν μπόρεσε και ο ίδιος ο Ιάσωνας να εξηγήσει.


Ήταν γιαυτόν κάτι σπουδαίο  αλλά δεν ήξερε καν τι ήταν. Εξάλλου έτσι είναι ο έρωτας . Δεν ξέρεις, απλά νιώθεις. Δεν μπορείς να εξηγήσεις, απλά νιώθεις.


Νιώθεις. . .Αυτό έκανε και  ο Ιάσωνας,ένιωθε αλλά ποτέ δεν μπόρεσε να της το εκφράσει με λόγια και αυτό ήταν κάτι που τον σκότωνε αλύπητα,μόνο που ο δικός του θάνατος ήταν ψυχικός ενώ της Μαίρης αληθινός και οριστικός.Ο χρόνος πια δεν μπορούσε να γυρίσει πίσω,ήταν πολύ αργά ...


Δεν εμφανίστηκε καν στην κηδεία της,δεν είχε ούτε την δύναμη ούτε την διάθεση να δει την γυναίκα που αγάπησε τόσο δυνατά και αληθινά σε αυτήν την αναπόφευκτη θέση.


Έμεινε κλεισμένος σπίτι για πολλές βδομάδες χαμένος στις σκέψεις του και στην τραγωδία που βίωνε.Γιατί ήταν τραγωδία. Η απώλεια ήταν τεράστια για αυτόν. Δεν το είχε καν συνειδητοποιήσει ακόμη. Ξυπνούσε και κοιμόταν με την ελπίδα να την ξαναδεί στον ύπνο του, να έρθει στα όνειρα του και να τον ησυχάσει,να τον κοιτάξει απλά μέσα στα μάτια,αυτό θα έφτανε.



2 μήνες αργότερα και τα πράγματα είναι ίδια..Ο ιάσωνας στον καναπέ,φλιτζάνες καφέ στο τραπέζι και ένα σημείωμα:


"Σε λάθος μέρος έψαχνες ,στην καρδιά μου ήσουν...εκεί θα σε έβρισκες..."



Αυτήν λοιπόν ήταν η τελευταία φορά που την είδε στον ύπνο του,2 μήνες αφού έφυγε μια για πάντα από κοντά του και αυτό το σημείωμα ήταν το τελευταίο που έγραψε,

ποτέ ξανα δεν έπιασε στυλό και χαρτί για να γράψει..εξάλλου όλα είχαν γραφτεί ύστερα από αυτό το όνειρο. Ανεξίτιλα μέσα στην ψυχή του.Για άλλη μια φορά έσμπρωξε μόνος
το μαχαίρι στην πληγή . Ποτέ του δεν το ξεπέρασε και ποτέ δεν κατάφερε να αγαπήσει άλλη γυναίκα. Σε όλες έβλεπε τα μάτια της, μύριζε το άρωμα της...Σε όλες έβλεπε αυτήν αλλά καμιά δεν ήταν σαν αυτή.

Ο ιάσωνας τιμωρήθηκε σκληρά για την δειλία του και τον φόβο του να πει σ'αυτήν την γυναίκα πόσο πολύ την αγάπησε και την ξεχώρισε.


Νικήθηκε , ο χρόνος τον προσπέρασε και του άφησε χαραγμένο στο σώμα το χειρότερο σημάδι,αυτό της απώλειας.


Η ζωή είναι τόσο λίγη που είναι σκληρό και για εμάς αλλά και για τους γύρω μας  να μην παραδεχόμαστε ανοιχτά τα συναισθήματα μας.


Μερικές φορές η τιμωρία είναι ανώδυνη αλλά κάποιες φορες είναι πολύ οδυνηρή για να την αντέξει κάποιος που αληθινά αγάπησε.


Αν δεν νιώσεις τις συνέπειες της τιμωρίας και τον πόνο ποτέ δεν θα το καταλάβεις.


Συνειδητοποίησε το πριν να ναι αργά...Ο χρόνος τρέχει και όσο και να τρέξεις πίσω του πότε δεν θα τον φτάσεις. Θα ναι πάντα ένα βήμα μπροστά σου.





https://www.youtube.com/watch?v=bNAhhZvWIUM




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου