Σάββατο 28 Μαρτίου 2015

Το τηλεφώνημα




Την ησυχία της νύχτας έσπαγε ο ήχος της γραφομηχανής καθώς τα δάχτυλα του χόρευαν πάνω στα πλήκτρα της. Το σαριό με το χαρτί προχωρούσαν και γυρνούσαν πάλι πίσω στην αφετηρία τους το ίδιο γρήγορα. Μοναδικό φως, ένα μικρό πορτατίφ γραφείου που χάριζε απλόχερα το άρρωστο φως που φωτοβολούσε.

Ένα ελαφρό αεράκι ανακάτωσε κάποια φύλλα πάνω στο γραφείο του. Σταμάτησε. Το τσιγάρο στα χείλη του είχε σβήσει από ώρα. Σηκώθηκε και προχώρησε προς την μισάνοιχτη τζαμαρία. Τα φώτα της πόλης αντιστέκονταν στο σκοτάδι που έπνιγε τα πάντα στην απόσταση που τους χώριζε.