Δευτέρα 7 Ιουλίου 2014

Αλκυόνη Παπαδάκη~Αποσπάσματα (1)

                                                     Αποσπάσματα




Αν ήταν όλα.....αλλιώς:


Αν η ψυχή μας φορούσε πάντα τα καλά της και καλωσόριζε τα όνειρά μας... 
Αν το καράβι μας έφτανε φωταγωγημένο στο λιμάνι που είχαμε διαλέξει... 
Αν στην προβλήτα μάς περίμεναν, με ανθοδέσμες και χειροκροτήματα, όλοι αυτοί που αγαπήσαμε... 
Αν δεν είχαμε αφήσει την πόρτα της ψυχής μας ανοιχτή, για να βρουν άσυλο οι κατατρεγμένοι... Τι απερισκεψία κι αυτή! Πάντα τους ληστές τούς περνούσαμε για κατατρεγμένους. 
Αν ξέραμε να διαβάζουμε εγκαίρως τα σημάδια των καιρών και να προβλέπουμε τις καταιγίδες... Αν δεν είχαμε μπερδέψει τα σημεία του ορίζοντα και περιμέναμε να βγει ο ήλιος από τη δύση...
Πόσος χαμένος χρόνος, αλήθεια!
Aν... Αν...
Αν ήταν όλα... αλλιώς! 

Μα τότε, πώς θα ξεχωρίζαμε το φως που κλείνουν μέσα τους τα φύλλα της παπαρούνας;



Το ταξίδι που λέγαμε:

Είναι άνοιξη! Απόβραδο.
Με πνίγει η άνοιξη. Μου κόβει την ανάσα.

 Δεν αντέχει πια η ψυχή μου να κουβαλήσει τόση ομορφιά. 
Σαν να φορτώσεις στη ράχη μιας κάμπιας ένα κόκκινο ρόδι. 
Φουσκώνουν οι φλέβες μου, πονάει το αίμα μου, παλεύουν να βλαστήσουν οι σπόροι μέσα μου και δεν υπάρχει χώμα για να ριζώσουν. 

Δεν υπάρχει αρκετό νερό να ποτιστούν.
Όταν έπρεπε να κόψω όλους τους άγριους θάμνους να ελευθερωθεί το τοπίο, δεν το κανα. Λυπήθηκα τα φίδια, που δεν θα είχαν άλλες φωλιές για να κρυφτούν.
Όταν έπρεπε να φυλάξω λίγο νερό, για ώρα ανάγκης, δεν το κανα. 

Λυπήθηκα τ αδέσποτα, που διψούσαν.
Τώρα... Τώρα, πώς να φυτρώσουν οι βολβοί Πως να ποτιστούν τα όνειρα...
Παρ όλα αυτά, δεν λέω πως δεν βρίσκω κάποιες λύσεις. 
Πάντα υπάρχει ένα ξεχασμένο, άδειο κονσερβοκούτι στην ψυχή μου. 
Με φτάνει για να φυτέψω ένα λουλούδι, εποχιακό. 
-Δεν ξέρω αν υπάρχει άλλο πλάσμα επί της γης, που να υπηρετεί και να λατρεύει τόσο το εφήμερο όσο εσύ! μου είπε κάποτε ένας εραστής μου.
- Αμέ Υπάρχει. Οι πεταλούδες! του απάντησα.



Ξεφυλλίζοντας τη σιωπή:

Τι φταις αλήθεια. Κανείς δε σου μαθε το δρόμο για το "εμείς".
 Και το χειρότερο, κανένας δε σε εκπαίδευσε να επενδύεις στο "εγώ".
 Σαν επαίτης εκλιπαρείς μπροστά στην πόρτα του "εσείς".
Έσπασες αμέτρητες φορές τα μούτρα σου, προσπαθώντας ανάμεσα σε σκοτάδια ν ανακαλύψεις το "εσύ". Σ έπιασε πάντα πανικός στη θέα και στη σκέψη του "αυτοί".
Και στην απελπισία, στο χαμό σου, φώναζε "Αυτός! Αυτός!" Κι έπιασες ένα πιστόλι, να πολεμάς. Τι φταις!



Σαν χειμωνιάτικη λιακάδα:


Είναι μερικοί άνθρωποι που δεν μπόρεσαν ποτέ να διαβάσουν το μυστικό σημείωμα που άφησε μέσα τους ο Θεός. Δεν είχαν το απαιτούμενο φως για να το διαβάσουν.
 Και τ άφησαν διπλωμένο να κιτρινίζει σε ένα κρυφό συρταράκι της ψυχής τους. Είναι μερικοί άνθρωποι που, όταν πέσει στα χέρια τους η χαρά, δεν ξέρουν πως τους ανήκει. Και σαστίζουν.
 Τη φέρνουν από δω, τη γυρνάνε από κει, ώσπου ανοίγουν ένα λάκκο και τη θάβουν, όπως κάνουν με τα κόκαλα τα σκυλιά. 
Είναι μερικοί άνθρωποι που πίστεψαν αλήθεια πως ο Θεός αγαπάει τους μουτρωμένους. Χαρά σ αυτούς που γέμισαν την ψυχή τους και διάβασαν τραγουδιστά το μυστικό τους σημειωματάκι. Αν το σκισαν μετά, αν το καψαν, το έκαναν μόνο και μόνο για το κέφι τους. 
Για να κλείσουν μάτι στο Θεό. Χαρά σ αυτούς που πιάστηκαν στο δόλωμα της ζωής και σπαρτάρισαν μέσα στα δίχτυα της.
 Αν τα τρύπησαν μια στιγμή και ξαναβγήκαν στο πέλαγος, το καναν μόνο και μόνο για να χουν τη χαρά να ξαναπιαστούν...


Στο ακρογιάλι της ουτοπίας:

Έχω γνωρίσει στη ζωή μου αρκετούς ανθρώπους, που έψαχναν απεγνωσμένα την ελευθερία της ψυχής τους.
 Πέρασαν βουνά, θάλασσες και ποτάμια, μοναχικοί καβαλάρηδες πάντα, εραστές μιας χίμαιρας που την είχαν βαφτίσει ελευθερία.
Αυτού του είδους οι άνθρωποι μοιάζει να ψάχνουν τελικά για την παγίδα τους.
Μοιάζει να ψάχνουν, κάπου να αιχμαλωτιστούν.
Κάπου να χαρίσουν, κάπου να πετάξουν, την ελευθερία που ήδη κουβαλάνε μέσα τους, χωρίς οι ίδιοι να το ξέρουν.
Μερικοί, μπαίνουν σε ναρκοπέδια και χάνονται.
Άλλοι βρίσκουν τη μεγάλη παγίδα και παγιδεύονται.
Ολότελα. Για πάντα.
Μόνο που δεν παραδέχονται ποτέ, πως εκεί που έφτασαν, είναι παγίδα.
Της δίνουν απλώς μια άλλη ονομασία. Χρέος, ας πούμε. Θυσία.
Αποστολή.
Έτσι για να μπορούνε δηλαδή, άμα λάχει, να φοράνε το καπελάκι τους, στραβά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου